N.04
Luglio/Agosto 2023

Η πρόκληση της Καθολικής Εκκλησίας στην Κύπρο 

Η Κύπρος είναι ένα νησί 9452 τετραγωνικών χιλιομέτρων, η κυρίαρχη Εκκλησία είναι η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία, οι Μαρωνίτες Καθολικοί αριθμούσαν  κάποτε ογδόντα χιλιάδες (80000) σήμερα όμως ο αριθμός τους είναι φοβερά  μειωμένος, είναι μια  μειονότητα.  Δεν ξεπερνούν ούτε τις δέκα χιλιάδες, είναι άνθρωποι  που ήρθαν από το Λίβανο, τη Συρία, την Ιορδανία και τους Αγίους Τόπους από το 1400 και 1600, φεύγοντας από τους πολέμους με τους Τούρκους και άλλα έθνη. 

Με τις εννέα ενορίες της που αποτελούν μια  Επισκοπή, έξι στο νότο και τρεις στο βορρά (στα μαρωνιτικά χωριά που κατέλαβαν οι Τούρκοι το 1974), σήμερα η Μαρωνιτική Εκκλησία στην Κύπρο συμβάλλει στη διατήρηση της καθολικής παρουσίας στο νησί … Μια ζωντανή κοινότητα, η μαρωνιτική, η οποία – παρ’ όλες τις δυσκολίες του παρελθόντος και του παρόντος – δεν τα βάζει κάτω και ξέρει να τοποθετείται σε μια διάσταση συνύπαρξης και ανοίγματος με τους ορθόδοξους αδελφούς μας. 

 

  1. Η Πρόκληση της Εκπαίδευσης των Νέων

Μιλώντας για την επιμόρφωση  της νεολαίας, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε τη δυσκολία της επικοινωνίας και της εργασίας με τους νέους. 

Οι σημερινοί νέοι είναι ξεχωριστοί, έχουν τον δικό τους τρόπο ζωής, σκέψης ακόμη και δράσης. Θέλουν να είναι ελεύθεροι από κάθε τι που είναι νόμος, θέλουν να ακολουθούν έναν νόμο που φτιάχνουν οι ίδιοι και όχι οι άλλοι “γιατί εμείς είμαστε άντρες και γυναίκες  και μπορούμε να πούμε τι είναι καλό ή κακό για μας”.  

Γι’ αυτό βλέπουμε  ότι  οι νέοι απομακρύνθηκαν από την Εκκλησία, οι κλίσεις μειώθηκαν και ο κοσμικισμός/σεκουλαρισμός  αυξήθηκε. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να αναφέρω τέσσερα σημαντικά για μένα στοιχεία  για την επιμόρφωση: 

α. Τα Καθολικά Σχολεία 

Δεν υπάρχουν πολλά Καθολικά Σχολεία στην Κύπρο, υπάρχουν μόνο τέσσερα, ένα στη Λεμεσό, δύο στην Λευκωσία και το τέταρτο στη Λάρνακα. 

Είναι αλήθεια ότι τα σχολεία είναι καθολικά αλλά η παρουσία τους είναι μικτή, δηλαδή υπάρχουν Καθολικοί (Μαρωνίτες και Λατίνοι), ορθόδοξοι αλλά υπάρχουν και μουσουλμάνοι. Επομένως, δεν μπορείτε να μιλάτε τόσο πολύ για καθολική παιδεία στα σχολεία μας γιατί υπάρχουν και άλλα δόγματα και άλλες θρησκείες. 

Η θρησκεία δεν είναι τόσο αποδεκτή από τους νέους, γι’ αυτούς φαίνεται να είναι ένα  μάθημα  50 λεπτών και φτάννει. Πρέπει και θέλουν να το περάσουν απλά σαν μάθημα για να προχωρήσουν παρακάτω. 

 

β. Τα ιδιωτικά λαϊκά σχολεία και τα δημόσια/κρατικά σχολεία 

Η πλειοψηφία σε αυτά τα σχολεία είναι Ορθόδοξοι, οπότε οι πιστοί μας είναι μειοψηφία και η παρουσία τους δεν είναι ενεργή,  επίσης, δυστυχώς ντρέπονται να διακηρύξουν την πίστη τους και την ένταξή τους στην Εκκλησία. Φοβούνται επίσης να αποκαλύψουν ότι πηγαίνουν στην Εκκλησία για παραστούν στη Θεία Λειτουργία, επειδή  οι φίλοι τους δεν πηγαίνουν και πιθανόν να μην θέλουν να τους χάσουν. 

Έτσι, εδώ μπορούμε να πούμε ότι οι νέοι μας ντρέπονται να διακηρύξουν ότι είναι καθολικοί και ότι ασκούν την καθολική τους πίστη. 

 

γ. Η διαπαιδαγώγηση στο σπίτι  

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να σταθώ και να ασχοληθώ με τη σχέση των γονέων με την Εκκλησία και τα παιδιά τους. 

Δυστυχώς, όταν μιλάμε για εκπαίδευση/διαπαιδαγώγηση  δεν μιλάμε μόνο για την εκπαίδευση των νέων και των παιδιών, αλλά και για την εκπαίδευση των γονέων. 

 

Τα παιδιά, ακόμη και οι νέοι μέχρι μια ορισμένη ηλικία, δεν μπορούν να έρθουν μόνα τους στην Εκκλησία, οπότε χρειάζονται κάποιον να τα συνοδεύει, να τα πηγαίνει στην Εκκλησία για οποιαδήποτε δραστηριότητα ή ακόμη και για τη Θεία Λειτουργία. Σημειώνουμε ότι κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας για την Πρώτη Θεία Κοινωνία, οι γονείς αναζητούν ελεύθερο χρόνο για να συνοδεύουν τα παιδιά τους στην Εκκλησία, μόλις όμως συμβεί αυτό  εξαφανίζονται από την Εκκλησία για το ένα ή τον άλλο λόγο. 

 

δ. Επιμόρφωση στην ενορία και στην επισκοπή 

Η Εκκλησία, με την αγάπη της,  είναι Μητέρα και με την παιδεία της είναι σχολείο. Έτσι αυτά τα δύο στοιχεία ζουν μαζί μέσα  στην Εκκλησία. 

Γι’ αυτό ο ρόλος της Εκκλησίας είναι πολύ σημαντικός, ιδιαίτερα στην εκπαίδευση των νέων και των μεγάλων, ώστε να  διαμορφώνει δραστηριότητες σε επίπεδο ενορίας αλλά και  σε επίπεδο Αρχιεπισκοπικής Περιφέρειας. Η Εκκλησία δεν μπορεί να μην είναι για όλους αλλά  αντίθετα πρέπει να αγκαλιάζει όλο τον λαό του Θεού. 

Στην Επισκοπή μας, εργαζόμαστε πολύ πάνω στην ποιμαντική της οικογένειας, την ποιμαντική της νεολαίας, καθώς και  στην εκπαίδευση των παιδιών, θεωρώντας τα ως τη ζωντανή καρδιά της Εκκλησίας, το μέλλον της χριστιανικής παρουσίας και της συνέχειας των ενοριών και της Επισκοπής, αλλά και το μέλλον των κλίσεων. 

 

  1. Φως και Ελπίδα

Η κλήση είναι μια πολύ πλούσια και σύνθετη πραγματικότητα: είναι ένα θέμα που αντιμετωπίζεται από πολλές πλευρές. Η ποικιλία και η αφθονία των ερευνών στον τομέα αυτό, ιδίως τις δύο τελευταίες δεκαετίες, αποτελεί απόδειξη αυτού. Και όμως, το ερώτημα παραμένει ζωντανό και το θέμα παραμένει επίκαιρο. Τόσο σε πολιτισμικό όσο και σε ποιμαντικό επίπεδο, υπάρχει μια επαναλαμβανόμενη εξέταση  του θέματος. 

Είναι αλήθεια ότι η Εκκλησία ιδρύθηκε πάνω στον Πέτρο, αλλά δεν μπορούμε να ξεχνάμε ποιος ήταν ο ιδρυτής της και ποιος της ηγείται μέχρι σήμερα. Εμείς,   Επίσκοποι,  ιερείς,  διάκονοι, αφιερωμένοι άνδρες και γυναίκες, είμαστε όλοι απλοί εργάτες στον αγρό του Κυρίου, με το Άγιο Πνεύμα να μας καθοδηγεί για το καλό της Εκκλησίας μας. Ο στόχος είναι η αγιότητα, να βαδίσουμε μαζί προς την αγιότητα. Δεν έχουμε και δεν θα έπρεπε να έχουμε οποιοδήποτε άλλο σκοπό. 

Γι’ αυτό δεν μπορούμε να σταματήσουμε να εργαζόμαστε με σθένος, και να το αφήσουμε έτσι, διότι ο Κύριος μας έχει καλέσει για έναν σκοπό και δεν μπορούμε να αποτύχουμε παρά να κάνουμε το καθήκον μας στην τελειότητα. Ο Άγιος Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ μας καλεί “να μη φοβόμαστε”, διότι το Άγιο Πνεύμα μας καθοδηγεί πάντοτε να προχωρούμε μπροστά με τον Κύριο, ο Ιησούς ζει μέσα μας και γι’ αυτό πρέπει πάντα να προχωρούμε μπροστά. 

Το πρόβλημά μας, ως άνθρωποι της Εκκλησίας, είναι ότι ξεχνάμε ότι η Εκκλησία δεν είναι δική μας, δεν είναι μια ιδιωτική  περιουσία μας, αλλά ανήκει μονάχα στον Κύριο. Σίγουρα Αυτός θα φροντίσει για την Εκκλησία Του, και με τη δική μας βοήθεια και εργασία βέβαια , γιατί είναι στο χέρι Του να αποφασίσει για το καλό της Εκκλησίας Του και  όχι στο δικό μας. Γι’ αυτό και πολλές φορές όταν ξεκινάμε  ένα έργο  και βλέπουμε στο τέλος ότι αυτό δεν προχωράει, δεν πρέπει να φοβόμαστε να το αλλάξουμε ή να το βελτιώσουμε, γιατί αυτό πιθανό να είναι ένα σημάδι από τον Κύριο και ότι δεν είναι για το καλό της Νεολαίας. 

Η Αρχιεπισκοπική Περιφέρεια των Μαρωνιτών στην Κύπρο, βελτιώνει τη συνεργασία μεταξύ της Εκκλησίας και των Σχολείων, εργάζεται επίσης σε επίπεδο διαφόρων επιτροπών, ιδιαίτερα της επιτροπής για την ποιμαντική της νεολαίας, την επιτροπή καθολικής εκπαίδευσης και την επιτροπή ιερατικών κλίσεων, χωρίς να ξεχνάμε την πανεπιστημιακή ποιμαντική, η οποία είναι το άντρο των κλίσεων. Γι’ αυτό και μιλάμε για: 

  1. Αποδοχή της κλήσης του Θεού για τον νέο: εκεί βρίσκεται η ευτυχία και η προσωπική του ολοκλήρωση, τόσο ως άνθρωπος όσο και ως χριστιανός. Επιπλέον, παρουσιάζοντας τις διάφορες ιερατικές κλίσεις μέσα από διαφορετικές μεθοδολογίες και τονίζοντας τις ιδιαιτερότητές τους, ώστε να προσφέρουμε περιεχόμενο και παραδείγματα, ώστε να βοηθηθεί ο νέος να κάνει μια πρώτη ιερατική διάκριση.
  2. Συνοδεία του έφηβου να ανακαλύψει την ομορφιά της ζωής ως δώρο, ως προσφορά του εαυτού του: πραγματώνεται κανείς δίνοντας τον εαυτό του! Δύο ισχυρές εμφάσεις πρέπει να είναι, σε αυτή την ηλικία, ο προβληματισμός πάνω στο θέμα της διάκρισης και η παρουσίαση του “σχεδίου ζωής”.

α. Τι είναι η κλίση 

Είναι σημαντικό οι νέοι μας να γνωρίζουν και να ζουν την προσωπική τους κλίση 

β. Οι διαφορετικές οδοί κλίσης στην Εκκλησία (ιερατική, αφιερωμένη ζωή, μοναστική ζωή..κ.λπ.) 

γ. συνοδεία  του έφηβου να ανακαλύψει τις δυσκολίες της ζωής και πώς να τις ξεπεράσει. 

δ. Συνοδεία του εφήβου να κατανοήσει τι σημαίνει να είσαι βαπτισμένος  και τι σημαίνει να είσαι μαθητής του Ιησού Χριστού. 

ε. Στοχασμός για τη σχέση του νέου με τους άλλους και με τον Θεό: ο διάλογος μεταξύ Θεού και ανθρώπου γίνεται πάντα στο επίπεδο της πίστης, η οποία δεν παρέχει ποτέ βεβαιότητες λήψης αποφάσεων ή απόλυτες βεβαιότητες: η αποδοχή παραμένει ο καρπός της προσωπικής ελευθερίας. Η πραγματοποίηση κάθε κλίσης συνδέεται με την πρωτοβουλία του Θεού, καθώς και με την ελεύθερη και γενναιόδωρη συνεργασία του ανθρώπου: πρόκειται για ένα ουσιαστικό και απαιτούμενο ναι προς τον Θεό, το οποίο υλοποιείται με τις διάφορες ανθρώπινες διαμεσολαβήσεις. 

 

  1. Συμπέρασμα

 

«Ο Κύριος συνεχίζει να μας καλεί να τον ακολουθήσουμε και σήμερα. Δεν πρέπει να περιμένουμε μέχρι να γίνουμε τέλειοι για να απαντήσουμε στο γενναιόδωρο “εδώ είμαι”, ούτε να φοβόμαστε από τους περιορισμούς και τις αμαρτίες μας, αλλά να υποδεχόμαστε τη φωνή του Κυρίου με ανοιχτή καρδιά. Να την ακούσουμε, να διακρίνουμε την προσωπική μας αποστολή στην Εκκλησία και στον κόσμο και τελικά να τη ζήσουμε το σήμερα που μας δίνει ο Θεός» (Μήνυμα του Πάπα Φραγκίσκου για την 55η Παγκόσμια Ημέρα Προσευχής για τις Κλίσεις). 

Ο Θεός θέλησε ένα μοναδικό και ανεπανάληπτο σχέδιο για τον καθένα, η κοινή κλίση όλων των μαθητών του Χριστού είναι η κλίση προς την αγιότητα και η αποστολή να ευαγγελίσουν τον κόσμο. Μέσω του βαπτίσματος έχουμε όλοι αποδεχθεί το θέλημα του Θεού στη ζωή μας, έχουμε αποδεχθεί να είμαστε παιδιά του Θεού όχι μόνο στα λόγια αλλά και στην πράξη. 

Ο Ιησούς μας κάλεσε να Τον ακολουθήσουμε και να γίνουμε μαθητές Του, μας κάλεσε να αγαπήσουμε τους άλλους όπως Εκείνος μας αγάπησε. 

Αυτό σημαίνει να επιβεβαιώσουμε ότι η κλίση είναι να αποδεχτούμε αυτή την αγάπη, δηλαδή να αποδεχτούμε τον Ιησού ως Δάσκαλο, ως Επικεφαλή μας, να πούμε «ναι» στο θέλημά Του και στο Λυτρωτικό Του σχέδιο που έχει επιλεγεί για το καλό μας και την αγιότητά μας. 

Προσευχόμαστε για όλους τους νέους μας, πρέπει να γνωρίζουμε καλά πώς να διαμορφώνουμε τους νέους μας, πώς να κάνουμε διάλογο μαζί τους και πώς να τους βοηθούμε να γίνουν ενεργά μέλη της ενοριακής ή της επισκοπικής κοινότητας. Οι νέοι μας είναι καλοί, έχουν την επιθυμία να εργαστούν και να συνεργαστούν, αλλά εμείς ως εκκλησία πρέπει να βρούμε τον κατάλληλο χώρο γι’ αυτούς. 

 

 

Pubblichiamo di seguito la traduzione italiana dell’articolo:

 

La sfida della Chiesa Cattolica a Cipro

Cipro è un’isola di 9452 km2, la Chiesa dominante è la Chiesa Greca Ortodossa, i Cattolici Maroniti sono stati ottanta mila (80.000) abitanti, oggi il loro numero è decisamente ridotto, sono minoranza, non supera il loro numero il dieci mila provenienti dal Libano, Siria, Giordania e la Terra Santa. Nel 1400 e nel 1600, fuggivano dalle guerre con i turchi ed altre nazioni.

Con le sue nove parrocchie che formano una diocesi, 6 al sud e 3 al nord (i villaggi maroniti occupati dai Turchi), oggi la Chiesa Maronita a Cipro contribuisce a conservare la presenza cattolica nell’isola … Una comunità viva quella maronita che – nonostante tutte le difficoltà del passato e del presente – non si arrende, e sa porsi in una dimensione di convivenza e di apertura con i nostri fratelli ortodossi.

     

     1. La sfida della Formazione Giovanile

Parlando della formazione giovanile, non possiamo non mettere in evidenza la difficoltà di parlare e lavorare con i giovani.

I giovani di oggi sono speciali, hanno un modo loro di vedere, di pensare e anche di agire. Vogliono essere liberi da tutto ciò che è legge, voglio seguire una legge fatta proprio da loro, non dagli altri “perché siamo uomini e possiamo decidere ciò che è bene per noi o male”.

 

Per questo vediamo un po’ che i giovani si sono allontanati dalla Chiesa, le vocazioni sono diminuite, e la laicità è aumentata. In questo punto parlerei di 4 compiti importanti per me per la formazione:

 

a. Le scuole cattoliche

A Cipro non ci sono tante scuole cattoliche, ci sono solo quattro una a Limassol, due a Nicosia e la quarta a Larnaca.

È vero che le scuole sono cattoliche, ma la presenza è mista, cioè, ci sono cattolici (maroniti e latini), ortodossi, ma anche musulmani. Perciò non si può parlare tanto di una formazione cattolica nelle nostre scuole perché ci sono altre confessioni e altre religioni.

 

La religione non viene tanto accettata dai giovani, per loro è una matteria di 50 minuti e basta. Devono e vogliono superarla per passare la classe ed andare avanti.

 

b. Le scuole private laiche e scuole dello stato

 

La presenza in queste scuole è in maggioranza ortodossa, quindi i nostri fedeli sono minoranze e la loro presenza non è attiva ed anche, purtroppo, sono timidi nell’annunciare la loro fede e la loro appartenenza alla Chiesa. Anche hanno paura di proclamare che vanno in Chiesa per la Messa, perché i loro amici non vanno e loro non vogliono perdere i loro amici.

Quindi si può dire che i nostri giovani sentono la vergogna di proclamare che sono cattolici e praticanti.

 

c. La formazione casalinga

In questo punto mi fermerei sulle relazioni dei genitori con la Chiesa e con i loro figli.

Purtroppo, quando si parla della formazione non si parla solo della formazione dei giovani e dei fanciulli, ma anche di quella dei genitori.

 

I bambini, e anche i giovani fino ad una certa etàe non possono venire da soli in Chiesa, perciò hanno bisogno di qualcuno per accompagnarli, per portarli in Chiesa per qualsiasi attività e anche per la Messa. Notiamo che durante la preparazione per la prima Comunione, i genitori cercano un tempo libero per accompagnare i loro figli in Chiesa; una volta fatta la prima comunione scompaiano dalla Chiesa per una causa o un’altra.

 

d. La formazione parrocchiale e diocesana

Con il suo amore la Chiesa è Madre, con la sua educazione la Chiesa è scuola. Quindi questi due elementi vivono nella Chiesa insieme.

Quindi il ruolo della Chiesa è molto importante soprattutto nell’educare i piccoli ed i grandi, nel formare con delle attività a livello della parrocchia e della Diocesi. La Chiesa non può non essere per tutti, al contrario deve abbracciare tutto il popolo di Dio.

 

Nella nostra diocesi, stiamo lavorando tanto sulla pastorale della famiglia, la pastorale giovanile, anche la formazione dei fanciulli considerandoli il cuore vivo della Chiesa, il futuro della presenza cristiana e della continuità delle parrocchie e della Diocesi, ma anche il futuro delle vocazioni.

 

 

     2. Luce e speranza

La vocazione è una realtà molto ricca e complessa: è un tema che viene affrontato sotto molteplici aspetti. Ne dà prova la varietà e la dovizia delle ricerche in questo campo, specie nei due ultimi decenni. E tuttavia la questione rimane ancora viva e la problematica attuale: ne sono intuibili le ragioni. Sia sotto il profilo culturale che pastorale si assiste a un revival ricorrente che ripercorre la tematica.

È vero che La Chiesa fu fondata su Pietro, ma non possiamo dimenticare chi era il fondatore e chi l’ha guidata fino ad oggi. Noi vescovi, sacerdoti, diaconi anche consacrati e consacrate, siamo semplici lavoratori nel campo del Signore, è lo Spirito Santo che ci guida al bene della nostra Chiesa. Lo scopo è la santità, camminare insieme verso la Santità. Non abbiamo un altro fine.

 

Per questo non possiamo smettere di lavorare, non possiamo fermarci e lasciare stare, il Signore ci ha chiamato per una causa, e non possiamo non compiere il nostro dovere alla perfezione. Il Santo Papa Giovanni Paolo II ci invita a “non avere paura” perché lo Spirito Santo ci guida sempre ad andare avanti con il Signore, Gesù vive in noi, e per questo non possiamo fermarci.

Il problema nostro, come uomini di Chiesa, è che dimentichiamo che la Chiesa non è nostra, non è proprietà privata nostra, ma è per del Signore. Lui si prenderà cura certamente della Sua Chiesa, certamente con la nostra assistenza e lavoro, ma non più, perché a Lui spetta l’ultima parola e non a noi, a lui di decidere il bene della Sua Chiesa. Per questo tante volte cominciamo con un progetto e alla fine vediamo che non sta andando avanti; non dobbiamo avere paura di cambiarlo o migliorarlo, perché forse questo un segno del Signore che non è per il bene dei giovani.

La Diocesi Maronita a Cipro, sta migliorando la cooperazione tra la Chiesa e le Scuole, anche sta lavorando a livello dei comitati presenti nella diocesi, soprattutto il comitato della pastorale giovanile, il comitato dell’educazione cattolica ed il comitato delle vocazioni senza dimenticare la pastorale universitaria, che è il cuore delle vocazioni. Per questo si parla di:

  1. Accogliere la chiamata di Dio per il giovane: in questo sta la sua felicità e la sua realizzazione personale, sia come uomo, sia come cristiano. Inoltre, si presentano le diverse vocazioni ecclesiali attraverso differenti metodologie e si sottolineano le specificità, così da offrire contenuti ed esempi, tali da aiutare il ragazzo ad attuare un primo discernimento vocazionale.
  2. Accompagnare l’adolescente a scoprire la bellezza della vita come dono, come offerta di se stesso: ci si realizza donandosi! Due sottolineature forti devono esserci in questa età: la riflessione sul tema del discernimento e la presentazione del “progetto di vita”.a. Le diverse vie della vocazione nella Chiesa (Sacerdotale, vita consacrata, vita monastica ecc.)
    b. Accompagnare l’adolescente a scoprire le difficoltà della vita e come superale.
    c. Accompagnare l’adolescente a ben capire che cosa significa essere battezzato e che cosa significa essere discepolo di Gesù.
    d. Riflettere sulla relazione dei giovani con gli altri e con Dio: Il dialogo tra Dio e l’uomo si pone sempre sul piano della fede che non fornisce mai sicurezze decisionali o certezze assolute: l’accettazione rimane frutto della libertà personale. La realizzazione di ogni vocazione è legata all’iniziativa di Dio, come alla libera e generosa collaborazione dell’uomo: è un sì a Dio essenziale e richiesto, che viene attuato nelle varie mediazioni umane.

 

 

     3. Conclusione

“Il Signore continua oggi a chiamare a seguirlo. Non dobbiamo aspettare di essere perfetti per rispondere il nostro generoso “eccomi”, né spaventarci dei nostri limiti e dei nostri peccati, ma accogliere con cuore aperto la voce del Signore. Ascoltarla, discernere la nostra missione personale nella Chiesa e nel mondo, e infine viverla nell’oggi che Dio ci dona” (Messaggio di papa Francesco per la 55ª Giornata Mondiale di Preghiera per le Vocazioni).

Dio ha voluto per ognuno un progetto unico e irripetibile, la vocazione comune di tutti i discepoli di Cristo è la vocazione alla santità e alla missione di evangelizzare il mondo. Con il battesimo tutti abbiamo accettato la volontà di Dio nella nostra vita, abbiamo accettato di essere figli di Dio non solo nelle parole, ma anche nella pratica.

Gesù ci ha chiamato a seguirlo e a essere discepoli suoi, ci invita ad amare gli altri come Lui ci ha amato.

Questo per affermare che la vocazione è accettare questo Amore, cioè accettare Gesù come Maestro, come il nostro Capo, dire sì alla Sua volontà e al suo progetto salvifico scelto per il nostro bene e la nostra Santità.

Preghiamo per tutti i nostri giovani, dobbiamo sapere bene come formare i nostri giovani, come dialogare con loro e come aiutarli ad essere membri attivi nella comunità parrocchiale o diocesana. I nostri giovani sono buoni, hanno voglia di lavorare e di cooperare, ma noi come chiesa dobbiamo cercare uno spazio adatto a loro.